Η εικόνα του παιδιού που είναι μόνο του στο μάθημα, μόνο του στο διάλειμμα, μόνο του στην εκδρομή, μόνο του στα πάρτυ (αν το προσκαλούν…), μόνο του πάντα, ανάμεσα σε εκατοντάδες άλλα, που παίζουν και ξεφωνίζουν… Η εικόνα του μόνου παιδιού δεν μπορεί παρά να προκαλεί πόνο σε κάθε ενήλικα που νοιάζεται έστω και ελάχιστα για τα παιδιά.
Η απομόνωση του παιδιού από τους συνομιλήκους είναι ένα ιδιαίτερα λεπτό θέμα, στο οποίο όμως μπορούν να βοηθήσουν οι ενήλικες, με διακριτικό χειρισμό. Συχνά, η απομόνωση του παιδιού, υπάγεται στη σφαίρα του σχολικού εκφοβισμού- αλλά όχι πάντα.
Αν η απομόνωση συνοδεύεται από κουτσομπολιά, κοροϊδίες, συγκεκριμένη καθοδήγηση «νταήδων» προς τα υπόλοιπα να μην το κάνουν παρέα, τότε πράγματι υπάρχει σχολικός εκφοβισμός και είναι πολύ σημαντικό να παρέμβουν οι εκπαιδευτικοί για να σταματήσει. Σε άλλες περιπτώσεις όμως, δεν υπάρχει σχολικός εκφοβισμός ή τουλάχιστον δεν είναι η πρωτογενής αιτία της απομόνωσης του παιδιού (αν και συχνά τα μοναχικά παιδιά στιγματίζονται εκ των υστέρων ως «παράξενα» κι «αντικοινωνικά» κι ο εκφοβισμός έρχεται δευτερογενώς). Στην περίπτωση, που το παιδί δυσκολεύεται να δημιουργήσει φιλίες, πώς μπορεί να βοηθήσει ο ενήλικας; Ακολουθούν κάποιες προτάσεις-ιδέες για τον εκπαιδευτικό και τον γονιό: Ας βοηθήσουμε τα παιδιά να αποκτήσουν ένα αξιοπρεπές ρεπερτόριο θεμάτων για συζήτηση, που μπορούν να αναπτύξουν με συνομιλήκους, π.χ. για τα μαθήματα, για τα χόμπι τους, για τις διακοπές τους, για τη μουσική που τους αρέσει, για τον αθλητισμό. Να μάθουν να συνομιλούν για πράγματα που είναι ενδιαφέροντα και στους άλλους ή την κοινή σχολική ζωή. Πολλά παιδιά μιλούν μόνο για τον εαυτό τους ή δε μιλούν καθόλου. Άλλοτε πάλι, εκμυστηρεύονται μονομιάς πάρα πολλές λεπτομέρειες για τον εαυτό τους, σε συνομιλήκους που γνωρίζουν ελάχιστα, σαν να έχουν ανάγκη για βοήθεια και αυτό τρομάζει τα άλλα παιδιά. Άλλοτε πάλι, μεταφέρουν με κομπασμό, διάφορα κατορθώματα ή υπερβολές σχετικά με τις ικανότητές τους, κάτι που επίσης απωθεί τα άλλα παιδιά. Σε σπάνιες περιπτώσεις, κάποια πολύ ανασφαλή παιδιά, μπορεί να παρουσιάζουν μια επιτηδευμένα αρνητική εικόνα, σαν να έχουν την ικανότητα να γίνουν βίαια ή ότι έχουν δύναμη πάνω στους άλλους. Νομίζουν ότι έτσι θα εντυπωσιάσουν, όμως το αποτέλεσμα είναι συχνά αντίθετο. Τα άλλα παιδιά τρομάζουν, θυμώνουν κι απορρίπτουν το παιδί. Είναι σημαντικό να διδάξουμε, ιδιαίτερα στα ανασφαλή παιδιά, ότι χρειάζεται μια ευγενής ισορροπία στα θέματα συζήτησης, πόσο ακούω, πόσο μιλάω -και τι λέω. Ακόμη και σε μια σταθερά εγκατεστημένη φιλία, θα πρέπει να είναι προσεκτικά σε όσα θα εκμυστηρευτούν. Ιδιαίτερα στην εφηβεία, έχουν την τάση να βγάζουν χειμαρρωδώς όλα τους τα εσώψυχα (δυστυχώς και στο διαδίκτυο), με την ελπίδα ότι θα τα προκαλέσουν συμπόνια κι αγάπη στους συνομιλήκους. Δεν δουλεύει. Στη χειρότερη περίπτωση, κάποια κακοπροαίρετα παιδιά ίσως χρησιμοποιήσουν τις εκμυστηρεύσεις εναντίον τους (π.χ. ως διαστρεβλωμένα κουτσομπολιά). Την ψυχολογική υποστήριξη τα παιδιά πρέπει να αναζητήσουν σε έμπιστους ενήλικες. Οι συνομήλικοι είναι για να μοιραστούν καθημερινά, κοινά πράγματα, όχι για να κάνουν ψυχοθεραπεία. Καλό είναι να προετοιμάσουμε το παιδί ότι οι άλλοι άνθρωποι δεν είναι τέλειοι, ώστε να μην έχουν υπερβολικές προσδοκίες από τους νεαρούς υποψήφιους φίλους τους. Ας διδάξουμε στα παιδιά να είναι σχετικά ευχάριστα στη συζήτηση, στην παρέα και την οπτική ζωής που προσφέρουν. Παιδιά που είναι συνεχώς σαρκαστικά, ειρωνικά, θλιμμένα, γκρινιάρικα δύσκολα έλκουν φίλους. Το πρόβλημα με κάποια χρονίως απομονωμένα παιδιά συχνά ανάγεται σε δυσκολίες στο σπίτι. Αν η καθημερινότητα στο σπίτι αποτελείται από φωνές βρισιές, κακοποίηση ή παραμέληση (π.χ. απουσία οποιασδήποτε επικοινωνίας με το παιδί), το παιδί (πέρα από την αρνητική αυτοεικόνα) συχνά δεν κατέχει τις λέξεις ή τα ερεθίσματα για να αναπτύξει μια ευγενική, ισορροπημένη συζήτηση με συνομιλήκους. «Δεν ξέρουν πώς να μιλήσουν» είναι μια κοινή, αλλά ακριβής διατύπωση. Βασικές κοινωνικές δεξιότητες πρέπει τότε να διδαχθούν από την αρχή (πώς χαιρετάμε, πώς ξεκινούμε τη συζήτηση, πώς υποστηρίζουμε, πώς εκφράζουμε τη γνώμη μας, πώς ζητούμε κάτι, πώς ζητάμε συγνώμη, πώς ρωτούμε κ.ο.κ). Οι κοινωνικές δεξιότητες δεν διδάσκονται στο σχολείο, γιατί θεωρούμε δεδομένο ότι τις έχουν διδαχθεί στο σπίτι. Δεν είναι όμως δεδομένο! Βιωματικές δραστηριότητες σε ομάδες στο σχολείο βοηθούν, όπως επίσης να βάζουμε τα απομονωμένα παιδιά να δουλέψουν μαζί με κοινωνικά, καλοπροαίρετα παιδιά. Δεν θεωρώ ότι είναι αρνητική η παρέμβαση να παροτρύνουμε κάποια καλοπροαίρετα παιδιά της τάξης να προσεγγίσουν το απομονωμένο παιδί. Δεν μπορούμε βέβαια ούτε να επιπλήξουμε, ούτε να υποχρεώσουμε τα άλλα παιδιά να το κάνουν παρέα αν δεν θέλουν (η πίεση θα είχε τα αντίθετα αποτελέσματα). Μπορούμε όμως να τους εξηγήσουμε ότι με λίγη βοήθεια, μπορεί το απομονωμένο παιδί να αποδειχθεί πολύτιμος φίλος κι ότι η παρέμβασή μας είναι από ενδιαφέρον για το παιδί, αλλά και τη σχολική κοινότητα. Τα παιδιά το καταλαβαίνουν αυτό και είναι συνήθως πρόθυμα- εκτός από εκείνα που πιθανώς έχουν εκφοβιστική, απαξιωτική στάση απέναντι στο απομονωμένο παιδί. Σε αυτήν την περίπτωση δεν ωφελεί να παροτρύνουμε τέτοια παιδιά να επιδιώξουν φιλία με το απομονωμένο παιδί -απλά να απαιτήσουμε να μην το ενοχλούν. Ας μην ξεχνούμε ότι η κοινωνική απομόνωση είναι μια ιδιαίτερα ανεπιθύμητη κι ευάλωτη κατάσταση, που μπορεί να ενεργοποιήσει μνήμες φόβου εγκατάλειψης κι απόρριψης στους άλλους. Επειδή φοβούνται ακριβώς μην βρεθούν και οι ίδιοι στην απομόνωση, αποφεύγουν ή ακόμη κατηγορούν το παιδί που την υφίσταται, π.χ. ότι είναι «κομπλεξικός», «ούφο», «χλεμπονιάρης» κλπ. Δεν είναι παρά η προβολή του φόβου τους. Αυτό συμβαίνει και στους ενήλικες και στην κοινωνία μας ολόκληρη. Απορρίπτουμε εύκολα και με μεγάλη σκληρότητα εκείνον που υποφέρει από μια κατάσταση που μας τρομάζει: σταματούν τα τηλέφωνα στον άνεργο ή στη γυναίκα που μόλις πήρε διαζύγιο. Κοιτάμε αλλού, όταν συναντούμε άστεγο και δεν μιλούμε στο συγγενή που διαγνώστηκε με βαριά ασθένεια. Η αποστειρωμένη κοινωνία μας είναι άκρως ρατσιστική απέναντι στον πόνο του άλλου και οι έφηβοι αντικατοπτρίζουν με ακόμη μεγαλύτερη σκληρότητα τις δικές μας στάσεις. Ας διδάξουμε στα παιδιά, να καταλαβαίνουν τη γλώσσα του σώματος των άλλων, πότε κάποιος δείχνει ότι κουράζεται ή δυσαρεστείται, ώστε να μην γίνονται πιεστικά. Η συναισθηματική νοημοσύνη θα έπρεπε να διδάσκεται σε όλα τα παιδιά, ώστε να μπορούν να αναγνωρίζουν συναισθήματα στον εαυτό τους και στους άλλους και να ξέρουν πώς να τα διαχειριστούν, χωρίς να κατακλύζονται από αυτά. Π.χ, το παρορμητικό, υπερκινητικό παιδί θα πρέπει να μάθει να ελέγχει το θυμό του στις ματαιώσεις και τις απορρίψεις. Αν πούμε «δεν είναι τίποτα», σε ένα παιδί που έχει πληγωθεί από απόρριψη, το απορρίπτουμε κι εμείς με τη σειρά μας. Αναγνωρίζουμε στο παιδί ότι η απόρριψη πληγώνει, αλλά επίσης ότι είναι πολύ συχνή, είναι μέρος της ζωής, ότι συμβαίνει σε όλα τα παιδιά, ότι μπορεί να ξεπεραστεί κι ότι θα βρεθούν άλλοι φίλοι με τους οποίους θα ταιριάξει καλύτερα. (Ο Richard Lavoie στο βιβλίο του “It’s so much work to be your friend” αναφέρει ότι το 60% των πρωτοβουλιών των παιδιών για φιλία πέφτει στο κενό. Ακόμη και για τα λεγόμενα «δημοφιλή παιδιά», το ποσοστό αυτό είναι 30%). Ας μην παίρνουν την κριτική πολύ προσωπικά και ας μην υπερ-αντιδρούν σε κάθε ασυνήθιστο κοίταγμα ή πράξη του συνομιλήκου. Ας μην ξεχνούν ότι και οι συνομήλικοι είναι κι εκείνοι σε μια διαδικασία εκμάθησης κοινωνικών δεξιοτήτων και θα κάνουν λάθη. Θα πρέπει να υπάρχει μια ανεκτικότητα. Όχι όμως να φτάνουμε στο άλλο άκρο, όπου απελπισμένα απομονωμένα παιδιά, θεωρούν φίλους τους «νταήδες», που τους κοροϊδεύουν νυχθημερόν, αλλά κάθονται μαζί τους προκειμένου να μη μείνουν μόνα. Σε αυτήν την περίπτωση, θα πρέπει το παιδί να βοηθηθεί να βρει έστω κι έναν συνομήλικο φίλο που θα το σέβεται, έστω και εκτός σχολείου. Ας προσπαθήσουμε να το φέρουμε σε επαφή με ένα παιδί (ίσως από το φιλικό μας περιβάλλον), που είναι γενικά πιο ευδιάθετο και καλοπροαίρετο. Η εξατομικευμένη επαφή με ένα άλλο παιδί είναι η καλύτερη προσέγγιση- αν πιέσουμε ένα απομονωμένο παιδί να «μπει» σε μια παγιωμένη κλίκα-ομάδα άλλων παιδιών, αυτό θα είναι πολύ δύσκολο, αλλά και αγχωτικό για το μοναχικό παιδί. Σε κάθε περίπτωση, δεν πρέπει να συνεχίσει την παρέα με τους θύτες του. Είναι πολύ καταστροφικό για την αυτοεκτίμησή του να συνεχίσει να συναναστρέφεται με την «αγέλη» , αναζητώντας αγάπη και εισπράττοντας ταπείνωση. Ο γονιός μπορεί να διερευνήσει το λόγο για τον οποίο το παιδί του είναι απομονωμένο. Υπάρχει κάτι λάθος στη συμπεριφορά του παιδιού; Είναι υπερβολικά αγχωμένο και συνεσταλμένο; Είναι παντού έτσι; Πώς είναι η αυτοεκτίμησή του; Πώς είναι οι σχέσεις του με ξαδέρφια ή γειτονόπουλα; Βοηθά πολύ να ενισχύσει ο γονιός την αυτοεκτίμηση του παιδιού και να το βοηθήσει να πιστέψει στον εαυτό του, όπως επίσης να μάθει το παιδί το ίδιο να ενισχύει τον εαυτό του. Όποια κι αν είναι η συμπεριφορά των άλλων, το παιδί θα επαναλαμβάνει στον εαυτό του: «Είμαι αρκετά καλός έτσι όπως είμαι. Μου αξίζει η αγάπη, ακριβώς όπως είμαι. Μου αξίζουν οι καλοί φίλοι κι έρχονται στη ζωή μου». Αν δεν υπάρχει κάποιο εμφανές πρόβλημα στην οικογένεια ή στη συμπεριφορά του παιδιού, θα πρέπει να εξεταστεί η περίπτωση του σχολικού εκφοβισμού από άλλα παιδιά. Δυστυχώς, τα παιδιά σήμερα έχουν μάθει να είναι πολύ σκληρά και κάθετα απορριπτικά προς οτιδήποτε είναι έστω κι ελαφρά διαφορετικό από αυτό που τους παρουσιάζει η τηλεόραση ως πρότυπο «μαγκιάς» (και δυστυχώς πολλές σειρές σε τηλεόραση, βιβλία, κόμικς διαφημίζουν αυτήν ακριβώς τη γελιοποίηση της εφηβικής αθωότητας). Αν ένα παιδί δείχνει μια ευαισθησία, αδυναμία ή αφέλεια παραπάνω, γίνεται αμέσως αντικείμενο περίγελου. Είναι ευθύνη του εκπαιδευτικού να σταματήσει αυτού του είδους τον εκφοβισμό άμεσα και να θυμίσει στα παιδιά ότι μπορεί κι εκείνα σε οποιαδήποτε στιγμή της ζωής τους να γίνουν «διαφορετικά». Είναι επίσης σημαντικό να σταματήσουν να συμπεριφέρονται με τη λογική της «αγέλης», όπου ο αρχηγός (συνήθως ο πιο θρασύς) υπαγορεύει τη στάση όλης της ομάδας απέναντι σε συγκεκριμένα άτομα. Όλο και περισσότερα παιδιά μας έρχονται με όλο και μεγαλύτερα ψυχικά βάρη από το οικογενειακό περιβάλλον -φαίνονται σαν να μεγαλώνουν πριν την ώρα τους... Η συμπεριφορά τους, αλλά και η σκέψη τους αναγκαστικά θα διαφέρει από αυτή του μέσου όρου. Κάποιες φορές, το ψυχικό φορτίο θα εκφραστεί προς τα έξω με έναν ίσως αδέξιο τρόπο. Δεν χρειάζεται η τάξη να αποκλείσει το φορτισμένο παιδί, αλλά να είναι προετοιμασμένη να αγκαλιάσει το κάθε παιδί με τη διαφορετικότητά του και με τις δυσκολίες του. Δεν υπάρχει η πολυτέλεια για άλλη μια γενιά με «δήθεν», επιφανειακές και κοινωνικά ρατσιστικές σχέσεις, ταυτόχρονα απόλυτα υποτακτικές στα δημοσιοσχεσίτικα lifestyle προτάγματα του κάθε «νταή» της τηλεόρασης. Είναι καιρός να μάθουμε την αληθινή αποδοχή μεταξύ μας και πάνω από όλα να τη διδάξουμε στα παιδιά μας.
Comments